φρενοπαθολογικῶς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- φρενοπαθολογικῶς < φρενοπαθολογικ(ός) + -ῶς
Επίρρημα[επεξεργασία]
φρενοπαθολογικῶς
- (καθαρεύουσα) φρενοπαθολογικά, από φρενοπαθολογική άποψη
Πηγές[επεξεργασία]
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .