Курентзис
Εμφάνιση
Ρωσικά (ru)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Курентзис < (μεταγραφή) νέα ελληνική Κουρεντζής (ειδικά ως ρωσικό επώνυμο από τον, πολιτογραφημένο Ρώσο, Έλληνα αρχιμουσικό Θεόδωρο Κουρεντζή)
Μεταγραφή
[επεξεργασία]Курентзис (ru) αρσενικό
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
Курендзис, Теодор (Κουρεντζής, Θεόδωρος) στη ρωσική Βικιπαίδεια