временски

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

временски (sr) (λατινική γραφή: vremenski)

vremenska prognoza - πρόγνωση καιρού (μετεωρολογικό δελτίο)