липемания
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ρωσικά (ru)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- липемания < αρχαία ελληνική λύπη + μανία.
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /lʲɪpʲɪˈmanʲɪɪ̯ə/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
липемания (ru) (lipemániâ)