শনিবাৰ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ασαμικά (as)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- শনিবাৰ < (άμεσο δάνειο) σανσκριτική शनिवार (śanivāra)
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]শনিবাৰ (as) (xonibar)
শনিবাৰ (as) (xonibar)