ἀλιταίνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀλιταίνω < ἀλείτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ρήμα[επεξεργασία]

ἀλιταίνω

  1. αμαρτάνω
  2. γίνομαι ένοχος ύβρης προς θεό
  3. παραβαίνω

Κλίση[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]