ἀλλοτρίως ἔχειν πρός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀλλοτρίως ἔχειν πρός < → δείτε τις λέξεις ἀλλοτρίως, ἔχειν και πρός

Έκφραση[επεξεργασία]

ἀλλοτρίως ἔχειν πρός (ελληνιστική κοινή)

  • δεν διάκειμαι ευνοϊκά απέναντι σε κάποιον
    ※  1ος/2ος↓ αιώνας Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι Αλέξανδρος, 4.11
    φαίνεται δὲ καὶ καθόλου πρὸς τὸ τῶν ἀθλητῶν γένος ἀλλοτρίως ἔχων·
    Γενικά δεν συμπαθούσε και πολύ, όπως φαίνεται, τους αθλητές·
    Μετάφραση (2012), Α.Ι. Γιαγκόπουλος-Ζ.Ε. Μαλαθούνη, @greek‑language.gr
    ※  1ος↑ αιώνας Διόδωρος Σικελιώτης, Βιβλιοθήκη Ἱστορική, 11, 78.3 @scaife.perseus
    τοιούτων δὲ εὐημερημάτων αὐτοῖς γενομένων, τοὺς Αἰγινήτας ὁρῶντες πεφρονηματισμένους μὲν ταῖς προγεγενημέναις πράξεσιν, ἀλλοτρίως δὲ ἔχοντας πρὸς αὐτούς, ἔγνωσαν καταπολεμῆσαι.

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]