ἐξημαρτημένως
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ἐξημαρτημένως < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα[επεξεργασία]
ἐξημαρτημένως
- εσφαλμένα, άδικα, ανώφελα, άστοχα
- ※ 5ος/4oς πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Νόμοι, 10.891d @scaife.perseus
- οὐ γὰρ δὴ σμικρόν γε τὸ διαφέρον, εἰ φανεῖεν οἱ λόγων ἁπτόμενοι ἀσεβῶν, ἄλλοις τε ἐξάρχοντες, μηδὲ εὖ τοῖς λόγοις ἀλλʼ ἐξημαρτημένως χρώμενοι.
- γιατί βέβαια δεν έχει μικρή διαφορά, αν αποδεικνυόταν ότι όσοι καταπιάνονται με ασεβείς ισχυρισμούς και τους απευθύνουν σε άλλους, δεν χρησιμοποιούν σωστά τα επιχειρήματά τους αλλά εσφαλμένα.
- Μετάφραση λέξεων: Βικιλεξικό.
- οὐ γὰρ δὴ σμικρόν γε τὸ διαφέρον, εἰ φανεῖεν οἱ λόγων ἁπτόμενοι ἀσεβῶν, ἄλλοις τε ἐξάρχοντες, μηδὲ εὖ τοῖς λόγοις ἀλλʼ ἐξημαρτημένως χρώμενοι.
- ※ 5ος/4oς πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Νόμοι, 10.891d @scaife.perseus
Πηγές[επεξεργασία]
- ἐξημαρτημένως - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- ΜΟΡΦΩ@ΛΟΓΕΙΟΝ
- μορφολογία@perseus.tufts.edu