ἐωνῆσθαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Απαρέμφατο[επεξεργασία]
ἐωνῆσθαι
- απαρέμφατο μέσου παρακειμένου (ἐώνημαι) - ρήμα μέσης διάθεσης ὠνέομαι / ὠνοῦμαι του αμάρτυρου *ὠνέω
ἐωνῆσθαι