ὁμογνώμων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

→ λείπει η κλίση

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ὁμογνώμων < ὁμο- + γνώμων < γνώμη[1]

Μετοχή[επεξεργασία]

ὁμογνώμων

  • ομόγνωμος, αυτός που έχει την ίδια γνώμη με κάποιον άλλον

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. γνώμη - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 

Πηγές[επεξεργασία]