ὑέργον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ὑέργον < → δείτε τη λέξη ἔργον (για την αντιπροσώπευση του δίγαμμα με το ύψιλον δείτε επίσης ὑάκινθος)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ὑέργον ουδέτερο
- κρητικός τύπος του ἔργον
- ※ 3ος πκε αιώνας Επιγραφή στην Κνωσσό @epigraphy.packhum.org
Κλίση
[επεξεργασία]κλιτικοί τύποι:
- γενική πληθυντικού: ὑέργων
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Σημειώσεις
[επεξεργασία]- Καθώς το ύψιλον χρησιμοποιείτο για τη γραπτή απόδοση του ήχου του δίγαμμα, πιθανώς η λέξη δεν είχε δασεία κι ήταν ὐέργον
Πηγές
[επεξεργασία]- ὑέργον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.