-o-
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ένθημα
[επεξεργασία]- -ο-
- ampere + o + meter > amperometer (=αμπερόμετρο)
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]
Σλοβακικά (sk)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- -o- < παλαιά σλοβακική -o-. Πβ. αρχαία ελληνική -ο-