Bücherei
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Bücherei (de) θηλυκό
- η βιβλιοθήκη (ο χώρος)
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη Buch
Bücherei (de) θηλυκό