Buch

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική das Buch die Bücher
γενική des Buches
Buchs
der Bücher
δοτική dem Buch
Buche
den Büchern
αιτιατική das Buch die Bücher

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Buch < (κληρονομημένο) μέση άνω γερμανική buoch < παλαιά άνω γερμανική buoh < πρωτογερμανική *bōks- [1] (βλ. αγγλική book)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /buːx/
 
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Buch (de) ουδέτερο

  • το βιβλίο
    Schlagt eure Bücher auf Seite 10 auf.
    Ανοίξτε τα βιβλία σας στη σελίδα 10.

Συγγενικές λέξεις[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • Buch στη γερμανική Βικιπαίδεια Λήμμα στη γερμανική Βικιπαίδεια

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Buch - Digitales Wörterbuch der deutschen Sprache [Ψηφιακό λεξικό της γερμανικής γλώσσας]. Berlin-Brandenburgische Akademie der Wissenschaften (BBAW) (Ακαδημία Επιστημών [και Ανθρωπιστικών Επιστημών] του Βερολίνου-Βρανδεμβούργου).