book
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
book | books |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
book (en)
[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ενεστώτας | book |
---|---|
γ΄ ενικό ενεστώτα | books |
αόριστος | booked |
παθητική μετοχή | booked |
ενεργητική μετοχή | booking |
book (en)
- κάνω κράτηση π.χ. σε εστιατόριο
- I booked a table at the restaurant