Carine

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Carine (fr)



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Carine < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Carine θηλυκό

  • Statistisk sentralbyrå / Statistics Norway, 10501: Persons, by first name, contents and year, (first name used by 200 persons or more at the end of the year) ανακτήθηκε 6/9/2023 [1]