Μετάβαση στο περιεχόμενο

Egyptian

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
Egyptian Egyptians

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Egyptian < Egypt + -ian

Επίθετο

[επεξεργασία]

Egyptian (en)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Egyptian (en)

  1. (εθνικό όνομα) ο Αιγύπτιος