Grecque

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
Grecque Grecques

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Grecque (fr) θηλυκό

  • Lua error in Module:labels at line 89: attempt to index field '?' (a nil value). η Ελληνίδα