Syriote
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
Syriote | Syriotes |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Syriote (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- (πατριδωνυμικό) ο Συριανός, η Συριανή , ο Σύριος, η Σύρια