Μετάβαση στο περιεχόμενο

Taiwanese

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
Taiwanese Taiwanese

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Taiwanese (en)

  1. (εθνικό όνομα) Ταϊβανέζος

Επίθετο

[επεξεργασία]

Taiwanese (en)