abas
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
abas | abass |
abas (fr) αρσενικό
- (ιδιωματικό) το κάτω μέρος ενός ποταμού, το μέρος προς το οποίο κυλάει το νερό