Μετάβαση στο περιεχόμενο

acception

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.ksɛp.sjɔ̃/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
acception acceptions

acception (fr) θηλυκό