Μετάβαση στο περιεχόμενο

alcoolique

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
alcoolique < alccol

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
alcoolique alcooliques

alcoolique (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
alcoolique alcooliques

alcoolique (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]