all over

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
all over < → δείτε τις λέξεις all και over

Έκφραση

[επεξεργασία]

all over (en)

  • (ιδιωματισμός) όλος, παντού
    ⮡  I have been all over Europe.
    Έχω γυρίσει όλη την Ευρώπη.
    ⮡  I went all over to find him.
    Γύρισα όλη την πόλη για να τον βρω.
    ⮡  He left footprints all over the road behind him.
    Άφησε πατημασιές σε όλο το δρόμο πίσω του.