ammoniaque

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
ammoniaque ammoniaques

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ammoniaque (fr) αρσενικό

Ομώνυμα / Ομόηχα

[επεξεργασία]