Μετάβαση στο περιεχόμενο

amorphe

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
amorphe amorphes

amorphe (fr) αρσενικό ή θηλυκό