angielski

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ãŋʲˈɟɛlsʲci/
 

Επίθετο

[επεξεργασία]

angielski (pl)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

angielski (pl)

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
  • όπως για όλες τις γλώσσες συναντάται κυρίως με τις μορφές:
    • po angielsku
    • angielskiego (γενική του επιθέτου)
    • ενώ η έκφραση "po angielskiemu" είναι ειρωνική και σημαίνει "κάτι σαν αγγλικά"