année bissextile
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /bi.sɛks.til/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
année bissextile | années bissextiles |
année bissextile (fr) θηλυκό
- το δίσεκτο έτος