Μετάβαση στο περιεχόμενο

antalgique

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
antalgique antalgiques

Επίθετο

[επεξεργασία]

antalgique (fr)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

antalgique (fr)