Μετάβαση στο περιεχόμενο

antenne

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: Antenne

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
antenne antennes

antenne (fr) θηλυκό

  1. η κεραία
  2. το παράρτημα