antiarthritique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɑ̃.ti.aʁ.tʁi.tik/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
antiarthritique | antiarthritiques |
antiarthritique (fr) αρσενικό ή θηλυκό