apicole
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- apicole < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
apicole | apicoles |
apicole (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
apicole | apicoles |
apicole (fr) αρσενικό ή θηλυκό