apocryphe

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
apocryphe apocryphes

Επίθετο

[επεξεργασία]

apocryphe (fr) αρσενικό ή θηλυκό