apoplectique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.pɔ.plɛk.tik/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
apoplectique | apoplectiques |
apoplectique (fr) αρσενικό ή θηλυκό