Μετάβαση στο περιεχόμενο

aristocratie

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
aristocratie aristocraties

aristocratie (fr) θηλυκό