artificier

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
artificier artificiers

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

artificier (fr)

Συγγενικά

[επεξεργασία]
→ δείτε τη λέξη  artifice