as of

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
as of < → δείτε τις λέξεις as και of

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Έκφραση

[επεξεργασία]

as of (en)

  • (ιδιωματισμός) ως προς, από χρησιμοποιείται για να δείξει την ώρα ή την ημερομηνία από την οποία ξεκινά κάτι
    the latest revision as of 12:00, May 1, 2024 - η τελευταία αναθεώρηση ως προς 12:00, 1 Μαΐου 2024
    I’ve been here as of 5 o’clock.
    Είμαι εδώ από τις 5 η ώρα.