at all times
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]at all times (en)
- (ιδιωματισμός) όλες τις ώρες
- ⮡ He is at his desk at all times.
- Είναι στο γραφείο του όλες τις ώρες.
- ⮡ He is at his desk at all times.
Πηγές
[επεξεργασία]- time (idioms): at all times - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 993. ISBN 9780194325684., λήμμα: ώρα