atlantique
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /at.lɑ̃.tik/
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
atlantique | atlantiques |
atlantique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
atlantique | atlantiques |
atlantique (fr) αρσενικό ή θηλυκό