ausgegeben

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Μετοχή[επεξεργασία]

ausgegeben (de)

Κλίση[επεξεργασία]