autocuiseur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
autocuiseur autocuiseurs

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

autocuiseur (fr) αρσενικό