Μετάβαση στο περιεχόμενο

automobilisme

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
automobilisme automobilismes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

automobilisme (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]