avocado
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- avocado < (άμεσο δάνειο) ισπανική aguacate < νάουατλ ahuacatl
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
avocado (en)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
avocado στην αγγλική Βικιπαίδεια
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- avocado < (άμεσο δάνειο) ισπανική aguacate < νάουατλ ahuacatl
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
avocado (it)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- avocado στην ιταλική Βικιπαίδεια
Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα ισπανικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ισπανικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη γλώσσα νάουατλ (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Φρούτα (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη γλώσσα νάουατλ (ιταλικά)
- Ιταλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (ιταλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ιταλικά)
- Φρούτα (ιταλικά)