Μετάβαση στο περιεχόμενο

badin

Από Βικιλεξικό

Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]

Επίθετο

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
badin badins

badin (fr) αρσενικό