begat
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]begat (en)
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]begat (en)
- (παρωχημένο) αόριστος του beget
begat (en)
begat (en)