bonhomme de neige
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
bonhomme de neige | bonshommes de neige |
bonhomme de neige (fr) αρσενικό