bonobo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
bonobo | bonobos |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]bonobo (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
bonobo | bonobos |
bonobo (fr) αρσενικό