bousculade
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]| ενικός | πληθυντικός |
| bousculade | bousculades |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]bousculade (fr) θηλυκό
- το σκούντημα, η σπρωξιά, ο συνωστισμός
| ενικός | πληθυντικός |
| bousculade | bousculades |
bousculade (fr) θηλυκό