Μετάβαση στο περιεχόμενο

bousculade

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
bousculade bousculades

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

bousculade (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]