bousculade
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
bousculade | bousculades |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
bousculade (fr) θηλυκό
- το σκούντημα, η σπρωξιά, ο συνωστισμός
ενικός | πληθυντικός |
bousculade | bousculades |
bousculade (fr) θηλυκό