boy
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
boy (en)
Σράναν (srn) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
boy
Τουρκικά (tr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
boy (tr)
- το ύψος