brésilien
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | brésilien | brésiliens |
θηλυκό | brésilienne | brésiliennes |
brésilien (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | brésilien | brésiliens |
θηλυκό | brésilienne | brésiliennes |
brésilien (fr)